Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2020

Ο Θεός είναι αγάπη



 Γέροντας Εφραίμ ο Φιλοθεΐτης

«Ο μένων εν τη αγάπη, εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ», βροντοφωνεί ο απόστολος της αγάπης, Ιωάννης ο Ευαγγελιστής.

Αγάπη: Το κλειδί που ανοίγει όλες τις πόρτες της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Το φάρμακο που γιατρεύει όλες τις αρρώστιες της ψυχής και του σώματος.

Ένας άγιος έλεγε: «Κύριε, κάνε με να βοηθήσω κι όχι να με βοηθήσουν. Κάνε με να αγαπήσω, κι όχι να με αγαπήσουν. Κάνε με να κατανοήσω κι όχι να με κατανοήσουν».

Η αγάπη, όπως τη δίδαξε ο Κύριος, όχι παραποιημένη από τους ανθρώπους, είναι έκφραση της θυσίας. Είναι της καρδιάς καρπός και της προαιρέσεως προσφορά.

Η αγάπη δε φαίνεται από το τι δίνεις, αλλά από το πώς το δίνεις.

Αγάπη δεν είναι το άπλωμα του χεριού, αλλά το δόσιμο της καρδιάς. Αν ξέρεις ο ίδιος να μοιράζεσαι, τότε ξέρεις να αγαπάς: «ιλαρόν γάρ δότην αγαπά ο Θεός», λέγει ο Παύλος.

Ο Θεός αγαπά τον ελεήμονα, που δίνει με προθυμία και χαρούμενο πρόσωπο, αλλά και με ελεύθερη γνώμη. Ελεημοσύνη, που προσφέρεται «εκ λύπης ή εξ ανάγκης», είναι απαράδεκτη και απόβλητη.

Η ρίζα της ελεημοσύνης βρίσκεται στην καρδιά. Αρχίζει από την καρδιά και τελειώνει στο χέρι μας. Η ελεημοσύνη θερμαίνει, όταν υπάρχει η φωτιά της αγάπης.

Ελεημοσύνη, δίχως αγάπη, είναι ψυχρή και καταθλιπτική. Είναι σώμα νεκρό, δίχως ήλιο και φως. Είναι λουλούδι δίχως ομορφιά και ευωδία. Όταν δίνεις δίχως αγάπη, προσβάλλεις.

Γιατί, ποια αξία έχει το ωραιότερο και ακριβότερο δώρο, όταν προσφέρεται χωρίς χαμόγελο; Ο Ιησούς ζήτησε την προσοχή μας στο θέμα της ελεημοσύνης.

Καταδίκασε την επιδεικτική και υπερήφανη ελεημοσύνη. Πόσο, και στο σημείο τούτο, μας διδάσκουν οι Άγιοι!

Υπέροχη και θαυμαστή έμεινε, στην ιστορία, η βοήθεια των τριών φτωχών κοριτσιών από τον Άγιο Νικόλαο, όχι τόσο για το ποσό των χρημάτων – κι αυτό βέβαια ήταν αξιόλογο – αλλά, προπάντων, για τη διακριτικότητα της πράξεώς του.

«Δεινόν η πενία», λέγει ο ιερός Χρυσόστομος. Τυφλώνει κάποτε τον άνθρωπο και κάνει τα μη πρέποντα. Ήτανε κίνδυνος, λοιπόν, και για τα τρία εκείνα κορίτσια να οδηγηθούν στη διαφθορά.

Ο πατέρας τους έφτασε στην απελπισία.

Αλλά ο άγιος Νικόλαος, γεμάτος αγάπη και διάκριση, σπεύδει στην κατάλληλη στιγμή. Λαμβάνει  όλα τα μέτρα, ώστε η πράξη του να παραμείνει άγνωστη και μυστική από τους ανθρώπους.

Εφαρμόζει το του Κυρίου «Μη γνώτω η αριστερά σου, τι ποιεί η δεξιά σου».

Χωρίς χρονοτριβή, παίρνει ένα καλογεμισμένο σακουλάκι με χρυσά νομίσματα κι έρχεται με προφύλαξη, αργά τη νύχτα, ρίχνει το πολύτιμο δέμα, από το παραθυράκι, μέσα στο σπίτι και
φεύγει γρήγορα.

Ο πατέρας των κοριτσιών δεν πίστευε στα μάτια του. Όταν ο άγιος Νικόλαος πληροφορήθηκε πως ο πατέρας πάντρεψε την πρώτη του κόρη, πήγε και ξανάριξε άλλο σακουλάκι με χρήματα, με τον ίδιο τρόπο.

Θερμές ήταν του φτωχού πατέρα οι ευχαριστίες και δοξολογίες στον Πανάγαθο Κύριο. Έτσι πάντρεψε και τη δεύτερη. Ωστόσο, πρέπει να μην του διαφύγει ο ευεργέτης.

Προαισθάνεται ότι θα ξανάρθει και αναμένει άγρυπνος, ώστε, μόλις aκούσει θόρυβο που θα προδώσει την παρουσία του, να τρέξει, να τον πιάσει, να δει ποιος είναι αυτός ο τόσο καλός άνθρωπος, που έσωσε κι αυτόν και τα κορίτσια του.

Έτσι κι έγινε. Δεν πέτυχε, στην τρίτη μυστική του απόπειρα, ο φιλόστοργος και φιλόπτωχος άγιος.

Τρέχοντας ο πατέρας τον αναγνώρισε και τον ευχαρίστησε που έσωσε, με την πράξη του, τρεις ψυχές από τη διαφθορά. Ο Νικόλαος του μίλησε με πολλή αγάπη, δεσμεύοντάς τον να μην αναφέρει το γεγονός σε κανέναν.