Τον πλούσιο νέο, όπως ακούσαμε σήμερα στο ιερό Ευαγγέλιο, τον απασχολούσε πολύ το πρόβλημα της σωτηρίας του, το πώς θα κληρονομήσει την αιώνιο ζωή. Γι’ αυτό ερώτησε τον Χριστό τι να κάνει. Πώς να σωθεί.
Γνώριζε τις εντολές διότι ήταν ευσεβής νέος. Γνώριζε τον νόμο του Θεού. Μη κλέψεις, μη μοιχεύσεις, μη ψευδομαρτυρήσεις κλπ. «Αυτά τα έχω τηρήσει εκ νεότητός μου», έλεγε. Και θα περίμενε αυτός ο νέος να του πει ο Κύριος, ότι εφόσον τα τήρησες, κέρδισες την Βασιλεία των ουρανών.
Δεν του είπε όμως κάτι τέτοιο ενθουσιαστικό, αλλά του είπε κάτι το οποίο του έφερε πολλή ακηδία στην ψυχή. Του είπε λοιπόν ότι «όλα αυτά που μου είπες τα τήρησες βέβαια, αλλά σε κάτι υστερείς. Πώλησον τα υπάρχοντά σου και διάδος πτωχοίς και δεύρο ακολούθει μοι».
Φαίνεται ότι ο ευσεβής αυτός νέος, ενώ ήταν αυστηρός τηρητής του Νόμου, όμως ήταν δέσμιος ενός μεγάλου πάθους, της φιλαργυρίας. Και η φιλαργυρία και φιλοχρηματία τον χώριζαν από τον Θεό. Έπρεπε λοιπόν ν’ απαλλαγεί από το πάθος της φιλαργυρίας και απληστίας για να μπορέσει να ενωθεί με τον Θεό. Και έτσι να αξιωθεί της Βασιλείας των ουρανών.
Και βέβαια αυτή η διήγηση, που περιέχεται στο ιερό Ευαγγέλιο, δεν είναι υποχρεωτική για κάθε άνθρωπο, αλλά είναι μία πρόσκληση γι’ αυτούς που θέλουν και μπορούν να θυσιάσουν τα πάντα για τον Χριστό. Αυτό ισχύει κυρίως για εμάς. Και βέβαια εδώ τηρούμε πολλά εκ του νόμου του Θεού, αλλά μπορεί να έχουμε κάποια αδυναμία, κι αυτή η αδυναμία να μας χωρίζει από τον Θεό. Έτσι είπε ο Χριστός στον ευσεβή εκείνο νέο, «ότι κάτι σου λείπει, ότι κάποια αδυναμία έχεις. Παράτησέ την για να μπορείς να ελπίζεις στην Βασιλεία των ουρανών».
Και αυτό θα πρέπει να μας απασχολεί όλους. Τι είναι; Ποια είναι η δική μας αδυναμία; Τι είναι εκείνο στο οποίο υστερούμε; Τι είναι εκείνο ένεκα του οποίου δεν εκπληρώνουμε τον Νόμο του Θεού; Και αυτό θα μας εμποδίσει κατά την ημέρα της κρίσεως. Και γι’ αυτό μπορεί να χάσουμε την αιώνιο ζωή.
Ας στραφούμε λοιπόν έκαστος στην καρδία του, θέτοντας αυτό το ερώτημα και ζητώντας φώτιση από τον Θεό με νηστεία και προσευχή, ώστε να μας αξιώσει να δούμε την αδυναμία μας.
Διότι συμβαίνουν δύο τινά: ή έχουμε κάποια αδυναμία, σε κάτι υστερούμε και δεν θέλουμε να το απαρνηθούμε, διότι θίγεται ο εγωισμός μας και η φιλαυτία μας, ή πολλές φορές έχουμε κάποια αδυναμία και δεν γνωρίζουμε κιόλας, αν την έχουμε.
Αδελφοί μου, ασθενεί η ψυχή μας και πολλές φορές δεν μπορούμε να καταλάβουμε από τι ασθενεί, ώστε να με την Χάρη του Θεού να την θεραπεύσουμε.
Γι’ αυτό λοιπόν, για να μην αφήσουμε κι εμείς στον εαυτό μας την αγωνία και την απορία, το «εν σοι λείπει», ας παρακαλέσουμε τον Κύριο, και με την βοήθεια του Πνευματικού μας βέβαια, να μάθουμε ποιο είναι αυτό το πνεύμα της ακηδίας, η αδυναμία μας, το ίδιον θέλημα το οποίο μας χωρίζει από τον Θεό, ώστε να μη στερηθούμε της αιωνίου Βασιλείας.